implici

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
implici < λείπει η ετυμολογία
ρήμα implici
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας implicas implicanta implicata
αόριστος implicis implicinta implicita
μέλλοντας implicos impliconta implicota
υποθετική implicus - -
προστακτική implicu - -

implici (eo)