incrédule
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
incrédule | incrédules |
Επίθετο
[επεξεργασία]incrédule (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
incrédule | incrédules |
incrédule (fr) αρσενικό ή θηλυκό