Μετάβαση στο περιεχόμενο

infidel

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

infidel (en)

  1. ο άπιστος (αυτός που δεν πιστεύει σε μια ορισμένη θρησκεία)
  2. ο άπιστος (αυτός που δεν πιστεύει σε καμιά θρησκεία)