język
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]język (pl) αρσενικό
- το αισθητήριο όργανο της γλώσσας
- η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας