kapak
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τουρκικά (tr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- kapak < παλαιά τουρκικά kapak / kapgak < πρωτοτουρκική *Kap- (κάλυμμα)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]kapak (tr)