katar

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Katar

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈka.tar/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

katar (pl) αρσενικό

  1. (ιατρική) το συνάχι
  2. είδος δίστομου ινδικού εγχειρίδιου

Συγγενικά[επεξεργασία]