kirliĝi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- kirliĝi < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα kirliĝi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | kirliĝas | kirliĝanta | kirliĝata |
αόριστος | kirliĝis | kirliĝinta | kirliĝita |
μέλλοντας | kirliĝos | kirliĝonta | kirliĝota |
υποθετική | kirliĝus | - | - |
προστακτική | kirliĝu | - | - |
kirliĝi (eo)