levitation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
levitation (en)
- η ανύψωση ενός σώματος (με τη δύναμη του νου, με υπερφυσικό τρόπο)
- ο μετεωρισμός (το αποτέλεσμα του μετεωρίζω)