lorgnette

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
lorgnette lorgnettes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

lorgnette (fr) θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη lorgner