lymphœdème

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
lymphœdème lymphœdèmes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

lymphœdème (fr) αρσενικό