maneo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

maneo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *men- (πβ. (αρχαία ελληνική) μένω)

Ρήμα[επεξεργασία]

maneo (la)

Κλίση[επεξεργασία]