manger
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
manger | mangers |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]manger (en)
Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]manger (fr)