miasto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]miasto (pl) ουδέτερο
- η πόλη με τις έννοιες:
- (γεωγραφία) μεγάλος οικισμός
- (μεταφορικά) το σύνολο των κατοίκων της πόλης
- (μεταφορικά) το κεντρικό τμήμα της πόλης
- (μεταφορικά) οι διοικητικές αρχές της πόλης