monotrace
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
monotrace | monotraces |
Επίθετο[επεξεργασία]
monotrace (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
monotrace | monotraces |
monotrace (fr) αρσενικό ή θηλυκό