mont
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Καταλανικά (ca)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
mont
(ca)
βουνό
,
όρος
Κατηγορίες
:
Καταλανική γλώσσα
Ουσιαστικά (καταλανικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
Aragonés
العربية
Asturianu
Azərbaycanca
Brezhoneg
Català
Corsu
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Na Vosa Vakaviti
Français
Magyar
Ido
Italiano
한국어
Kurdî
Norsk
Occitan
Polski
Português
Română
Русский
Svenska
Türkçe
Vèneto
Tiếng Việt
Walon
中文