Μετάβαση στο περιεχόμενο

mordi

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
mordi < λείπει η ετυμολογία
ρήμα mordi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας mordas mordanta mordata
αόριστος mordis mordinta mordita
μέλλοντας mordos mordonta mordota
υποθετική mordus - -
προστακτική mordu - -

mordi (eo)