muscade

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
muscade muscades

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

muscade (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]