Μετάβαση στο περιεχόμενο

naïve

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
naïve naïves

naïve (fr)