noite
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
noite | noites |
noite (pt) θηλυκό
- η νύχτα
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
noite | noites |
noite (pt) θηλυκό