notariat

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
notariat notariats

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

notariat (fr) αρσενικό

  1. συμβολαιογραφικό γραφείο
  2. το σύνολο των συμβολαιογράφων