novatrice
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
novatrice | novatrices |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]novatrice (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
novatrice | novatrices |
novatrice (fr) θηλυκό