nuncupativement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- nuncupativement < nuncupatif
Επίρρημα[επεξεργασία]
nuncupativement (fr)
- προφορικά (λεγόταν για μια διαθήκη που ο μελλοθάνατος υπαγόρευε σε μια εποχή που αυτό επιτρεπόταν)