odontalgie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
odontalgie | odontalgies |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]odontalgie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
odontalgie | odontalgies |
odontalgie (fr) θηλυκό