odorifère
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
odorifère | odorifères |
Επίθετο[επεξεργασία]
odorifère (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
odorifère | odorifères |
odorifère (fr) αρσενικό ή θηλυκό