officialisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
officialisation | officialisations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]officialisation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
officialisation | officialisations |
officialisation (fr) θηλυκό