oliganthropie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
oliganthropie | oliganthropies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
oliganthropie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
oliganthropie | oliganthropies |
oliganthropie (fr) θηλυκό