périmètre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
périmètre | périmètres |
périmètre (fr) αρσενικό
- le périmètre du cercle est égal au produit de son diamètre par le nombre pi
- η περίμετρος του κύκλου ισούται με το γινόμενο της διαμέτρου του επί τον αριθμό πι