passerelle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

passerelle (fr) θηλυκό

  1. η πεζογέφυρα
  2. ο καταπέλτης

Πηγές[επεξεργασία]