patate douce
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
patate douce | patates douces |
patate douce (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
patate douce | patates douces |
patate douce (fr) θηλυκό