peacekeeping
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
peacekeeping (en) (χωρίς παραθετικά)
- ειρηνευτικός
- ↪ The UN will withdraw the peacekeeping forces from the war zones.
- Ο ΟΗΕ θα αποσύρει τις ειρηνευτικές δυνάμεις από τις εμπόλεμες περιοχές.
- ↪ The UN will withdraw the peacekeeping forces from the war zones.