peau de banane
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
peau de banane (fr) θηλυκό
- η μπανανόφλουδα
- (μεταφορικά) ανέντιμος τρόπος που σκοπεύει να βλάψει κάποιον
peau de banane (fr) θηλυκό