photométrie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
photométrie | photométries |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]photométrie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
photométrie | photométries |
photométrie (fr) θηλυκό