prefix
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
prefix (en)
- πρόθημα
- πρόθεμα
- (πληροφορική) το πρόθημα μιάς συμβολοσειράς (string)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Υπερώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
prefix στην αγγλική Βικιπαίδεια
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
prefix (fr) αρσενικό