pretiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pretiĝi < pret(a) + iĝi

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα pretiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pretiĝas pretiĝanta pretiĝata
αόριστος pretiĝis pretiĝinta pretiĝita
μέλλοντας pretiĝos pretiĝonta pretiĝota
υποθετική pretiĝus - -
προστακτική pretiĝu - -

pretiĝi (eo)

Σύνθετα[επεξεργασία]