principale
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
principale | principales |
principale (fr) θηλυκό
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
principale | principales |
principale (fr) θηλυκό