présence
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
présence | présences |
présence (fr) θηλυκό
- η παρουσία, η προσέλευση
ενικός | πληθυντικός |
présence | présences |
présence (fr) θηλυκό