puerta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
puerta | puertas |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
puerta (es) θηλυκό
- η πόρτα
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
puerta | puertas |
puerta (es) θηλυκό