pylorique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
pylorique pyloriques

Επίθετο[επεξεργασία]

pylorique (fr) αρσενικό ή θηλυκό