pyromancie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pyromancie | pyromancies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pyromancie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
pyromancie | pyromancies |
pyromancie (fr) θηλυκό