Μετάβαση στο περιεχόμενο

quinzaine

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
quinzaine quinzaines

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
quinzaine < quinze + -aine

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

quinzaine (fr) θηλυκό