rééligibilité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
rééligibilité | rééligibilités |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
rééligibilité (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
rééligibilité | rééligibilités |
rééligibilité (fr) θηλυκό