radiesthésie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
radiesthésie | radiesthésies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
radiesthésie (fr) θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη rai
ενικός | πληθυντικός |
radiesthésie | radiesthésies |
radiesthésie (fr) θηλυκό