rapids
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]rapids (en), πληθυντικός
ταχυρροές (όχι δίνες)
- ισχυρό ρεύμα σε ποταμό, συνήθως λόγω τοπογραφικών απότομων μεταβάσεων στον πυθμένα (το φαινόμενο ενισχύεται και από βράχους που συμπιέζουν την ροή)