refermeture
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
refermeture | refermetures |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
refermeture (fr) θηλυκό
- το εκ νέου κλείσιμο
ενικός | πληθυντικός |
refermeture | refermetures |
refermeture (fr) θηλυκό