refurbish

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

refurbish

  • ανακαινίζω
  • επιδιορθώνω, επισκευάζω
  • (σπάνιο) αναβαθμίζω