roadside

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
roadside < road + -side

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

roadside (en) (μόνο στον ενικό)

  • στην άκρη του δρόμου
    a roadside motel - μοτέλ στην άκρη του δρόμου