rodzic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- rodzic < rodzić
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈrɔʥ̑it͡s̑/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
rodzic (pl) αρσενικό