runnable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
runnable (en)
- εκτελέσιμος
- (πληροφορική) εκτελέσιμος (για κώδικα, αρχείο, κλπ)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
- unrunnable
- (πληροφορική) nonrunnable