scalène

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
scalène scalènes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

scalène (fr) αρσενικό