screw over
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
σχήμα του Ρήματος screw[επεξεργασία]
screw over (en)
- γαμάω (μεταφορικά), βασανίζω-ταλαιπωρώ-κουράζω-εκμεταλλεύομαι κάποιον
- σκατώνω, τα κάνω κώλο-θάλασσα